Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009

ΠΟΣΟ ΚΟΣΤΙΖΕΙ ΜΙΑ ΝΟΜΙΜΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΑΛΛΟΔΑΠΟ;

Πόσο στοιχίζει σε έναν αλλοδαπό η ανανέωση (επανακατάθεση δικαιολογητικών) της βεβαίωσης που έλαβε όταν κατέθεσε προ διετίας δικαιολογητικά για άδεια παραμονής; Τα πιο κάτω στοιχεία προκύπτουν από καταγγελίες.

Α) Γνήσια βεβαίωση ενσήμων ΙΚΑ (με πλαστά στοιχεία όμως): 200 ευρώ
Β) Πλαστή σύμβαση εργασίας (με αληθινά στοιχεία εργοδότη): 50 ευρώ
Γ) Φορολογική δήλωση (με πλαστή σφραγίδα παραλαβής από ΔΟΥ): 50 ευρώ
Δ) 100% πλαστή φορολογική ενημερότητα (με αληθινή επικύρωση): 50 ευρώ
Ε) Πλαστό μισθωτήριο κατοικίας (με αληθινή θεώρηση ΔΟΥ): 50 ευρώ
ΣΤ) Πλαστό φωτοαντίγραφο θεωρημένου βιβλιαρίου υγείας: 50 ευρώ

Σύνολο: 450 ευρώ + 300 ευρώ παράβολο + 150 ευρώ στον δικηγόρο που θα καταθέσει στο Δήμο τα δικαιολογητικά, δηλαδή τελικά 900 ευρώ.
Από τα χρήματα αυτά, το κράτος παίρνει τα 300 αλλά αγνοεί τα υπόλοιπα καθώς τα χρήματα για τα πλαστά έγγραφα, πάνε στα χέρια των επιτήδειων και ο δικηγόρος συνήθως δεν εμφανίζει ποτέ τα χρήματα που έλαβε.
Επιπλέον, με τον τρόπο αυτό (πλαστά δικαιολογητικά για ανανέωση μιας βεβαίωσης για έναν φάκελο που πιθανά είναι άδειος καθώς υπήρξε (και ίσως υπάρχει ακόμα) κύκλωμα που παραλάμβανε αιτήσεις χωρίς ή με πλαστά δικαιολογητικά και κρατούσε τον φάκελο στο Δήμο, ώστε να μη φανεί σύντομα στην Περιφέρεια, η πραγματικότητα που θα οδηγούσε σε απόρριψη. Επίσης, το ΙΚΑ χάνει χρήματα που θα εισέπραττε αν ο αλλοδαπός ήταν πραγματικά νόμιμος και τα ένσημά του ήταν αληθινά.
Όλα αυτά τα στοιχεία, μας τα έχουν καταγγείλει αλλοδαποί με αναφορές σε Δήμους από πολλά μέρη της Ελλάδας.
Ζητάμε την άμεση αναμόρφωση της διαδικασίας χορήγησης αδειών παραμονής.
Θα επανέλθουμε με πιο συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Συνδικαλιστικές απορίες και επισημάνσεις για το Δήμο Νίκαιας.

Υπάρχει ένα κενό ανάμεσα στην κριτική που έκανε το σωματείο του Δ.Νίκαιας στην κυβέρνηση της ΝΔ και στη χέση της δράσης του Συλλόγου με τις γενικές διεκδικήσεις. Με λίγα λόγια η διοίκηση του Συλλόγου, ποτέ δεν αγωνίστηκε για ριζικές αλλαγές, αφήνοντας ως ΠΑΣΚΕ αλώβητες τις νεοφιλελεύθερες θέσεις του ΠΑΣΟΚ.
Κατά το προηγούμενο διάστημα, απουσίασε πλήρως κάθε συνδικαλιστική συζήτηση για τους νέους Κώδικες των ΟΤΑ.
Την ίδια στιγμή η Διοίκηση του Δήμου, πήγαινε την αντιπολίτευση στα Δικαστήρια για τους Αορίστου, έκανε πολιτικές διώξεις (Μουτάφης, Διαμαντόπουλος, Πανταζίδης), επέτρεψε τεράστιες αυθαιρεσίες στον τότε (2004-6) Τμηματάρχη Πρασίνου και στην νυν Ληξίαρχο, επέτρεψε αναφορές ενάντια στους εργαζόμενους από την τότε Αντιδήμαρχο Πρασίνου κα Μ.Ζεϊμπέκογλου, έδινε ρεπό και υπερωρίες χαριστικά στους ημέτερους, έκανε έξοδα για αφίσες και γιορτές, έχοντας απλήρωτους τους εργαζόμενους, αδιαφόρησε ή και εμπόδισε τη διαδικασία για τη μονιμοποίηση των ΑΜΕΑ.
Παρά το ότι υπήρχε πρόταση (Τ. Πανταζίδης), ουδέποτε ο Σύλλογος ζήτησε τη χρήση ως έδρα του, του γραφείου του α’ ορόφου του νέου Δημαρχείου, λύση που θα εξυπηρετούσε τους εργαζόμενους και θα απάλλασσε το Δήμο από το ενοίκιο. Πως άλλωστε θα το έκανε, όταν στο εκλογοαπολογιστικό κείμενο που ανέγνωσε ο Γραμματέας, ως σημαντική επιτυχία αναφερόταν (σχετικά με τα Γραφεία) η γρήγορη σύνδεση στο διαδίκτυο που πλήρωνε το Δ.Σ. του Συλλόγου και μόνο. Όσο για τους Κώδικες, ποτέ δε ζήτησε ενημέρωση.
Σχετικά με τη Δημοσιοϋπαλληλική Ενότητα του ΚΚΕ: Εδώ και δυο χρόνια απέχει από τα δρώμενα καθώς δεν μπορεί να αντέξει την ήττα της. Δεν συμμετέχουν καν τα δύο μέλη της που είναι εκλεγμένα στο Δ.Σ.
Πρόπερσυ όμως συνέβη και ένα γεγονός που θα μπορούσε να αλλάξει την ιστορία του Συλλόγου. Η ΔΕ μην αντέχοντας το βάρος της μικρότερης παρουσίας που είχε ποτέ στο ΔΣ, αποφάσισε να προχωρήσει αντί σε αγώνες για τη διάψευση της κακής της εικόνας, σε διάσπαση. Κάλεσε την ημέρα της ΓΣ που κάλεσε το ΔΣ για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που έχουν οι εργαζόμενοι με τη Διοίκηση του Δήμου, σε συγκέντρωση στα γραφεία της Επιτροπής Ειρήνης Κοκκινιάς με ομιλητή τον τότε ΓΓ του Δήμου, Γ.Θεοχάρη. Όπως το ΚΚΕ που από το μεσοπόλεμο (οπότε ίδρυσε την «Ενωτική ΓΣΕΕ» διασπώντας την ΓΣΕΕ) μέχρι σήμερα που ίδρυσε το ΠΑΜΕ κάνοντας διαρκώς ξεχωριστές από τους υπόλοιπους φορείς κινητοποιήσεις (με εξαίρεση την περίοδο μετά το 1975 που πίστευε ότι μπορεί να γιγαντωθεί), διασπά διαρκώς το κίνημα ώστε να μπορεί να ελέγχει απόλυτα κάποιο μέρος του.